Είμαι εδώ, τώρα, υπάρχω.
Για τους περισσότερους αυτές οι έννοιες προκύπτουν από τη λειτουργία των αισθήσεων. Βλέπω τον περιβάλλοντα χώρο, αισθάνομαι ταυτόχρονα το σώμα μου, έχω κάποιες αναμνήσεις από την προσωπική μου ζωή που παρέχουν την αίσθηση της ταυτότητας και συμπεραίνω πως “εγώ είμαι εδώ”.
Αυτό όμως δεν είναι ακριβώς η αίσθηση της παρουσίας, της ύπαρξης. Είναι περισσότερο το “διανοητικό συμπέρασμα” της ύπαρξης. Αν παραμερίσουμε όλη αυτή την νοητικο-συναισθηματική διαδικασία και στρέψουμε την προσοχή μας στην πραγματική αντίληψη του πως είναι να υπάρχουμε, θα εντοπίσουμε μια ιδιαίτερη αίσθηση. Την αίσθηση του ότι υπάρχουμε. Δεν είναι συμπέρασμα, ούτε συναίσθημα, ούτε ανάμνηση. Είναι μια σιωπηλή, οικεία, διαρκής αίσθηση, αν και ημισυνειδητή, που συνοδεύει όλες τις υπόλοιπες εντυπώσεις μας. Και αυτό συνέβαινε πάντοτε.
Τι θα συμβεί αν κρατήσουμε την προσοχή μας σε αυτή την αίσθηση; Κατ' αρχήν η αίσθηση αυτή ήδη υπάρχει. Δεν είναι κάτι που θα το προκαλέσουμε μέσα μας με συνειδητή προσπάθεια της θέλησης. Είναι κάτι υπάρχον που απλά θα του δώσουμε σημασία. Δεν απαιτείται ελεύθερος χρόνος για να το κάνουμε αφού εξακολουθούμε να υπάρχουμε κάνοντας το οτιδήποτε. Δεν είναι η επίγνωση της προσωπικής μας ιστορίας, του ονόματός μας, του παρελθόντος και των βιωμάτων μας. Είναι η αίσθηση που μας κάνει να νοιώθουμε πως όλα τα προηγούμενα είναι δικά μας, αλλά τελικά δεν είμαστε εμείς αυτά.
Το πιθανότερο είναι πως θα το θεωρήσουμε αυτονόητο, ίσως ανούσιο και βαρετό. Αυτό σημαίνει, χωρίς να θέλω να γίνω προσβλητικός, πως η αίσθηση της παρουσίας μέσα μας, δηλαδή ο ίδιος μας ο Εαυτός, είναι φορτωμένος με πολλά “βάρη”, νευρώσεις και επιδράσεις από την κοινωνική μας διαμόρφωση. Αν όμως μέσα μας υπάρχει κάποιο “άνοιγμα”, μια εσωτερική περιοχή λιγότερο επιβαρυμένη, τότε η αίσθηση του πως είναι να είμαστε εμείς παίρνει έναν εξαιρετικό χαρακτήρα. Η επίγνωση θα κρατηθεί σε αυτή την αίσθηση και από το παρασκήνιο θα τη φέρει στο προσκήνιο.
Από ημισυνειδητή θα την καταστήσει συνειδητή και θα επιδιώκει αυτό να γίνει κάτι μόνιμο. Όμως δεν θα πιέσει με τη δύναμη της θέλησης, διότι αυτό θα σήμαινε πως επιχειρούμε να πετύχουμε κάτι το οποίο κατά βάθος δεν μας ενδιαφέρει, γιαυτό και απαιτείται βία. Αυτή η επιδίωξη θα έχει ως πηγή ενέργειας το ενδιαφέρον και την αγάπη για την αίσθηση της συνειδητής παρουσίας, για την ευθυγράμμιση με τη ζωή. Πρέπει να τη Θελήσουμε και όχι να χρησιμοποιήσουμε τη δύναμη της θέλησης. Και ερχόμαστε στο προηγούμενο ερώτημα. Τι θα συμβεί. Αυτό θα το ανακαλύψουμε εμπειρικά.
Δεν έχει νόημα να δίνουμε θεωρητικές περιγραφές των πιθανών μεταστοιχειώσεων της προσωπικότητάς μας. Ίσως για τον καθένα η πορεία να είναι εξατομικευμένη, αν και όλοι μας θα πρέπει να περιμένουμε αργά ή γρήγορα μια δραματική μείωση του αριθμού των σκέψεων, όχι των χρήσιμων αλλά των φαντασιώσεων και τον κατευνασμό των συναισθηματικών εξάρσεων, όπως και μια αίσθηση εσωτερικής ισορροπίας και γαλήνης που θα προκύπτει από το “άκουσμα της φωνής της Καρδιάς μας”.
Η προσωπική μας ανασφάλεια και όλο το πλέγμα των συναισθημάτων, των πεποιθήσεων και των επιδιώξεων που συνεπάγονται από αυτήν, θα αποτελέσει παρελθόν. Η αίσθηση του “υπάρχω” είναι κάτι το ακατανόητο. Ένα απόλυτο μυστήριο. Καμία εκλογίκευση δεν μπορεί να προσομοιώσει την πραγματική σιωπηλή αίσθηση της ύπαρξης.
Και γιατί άραγε να επιζητήσουμε ένα φορτίο “λογικής” για να “εξηγήσουμε” ή δήθεν να “κατανοήσουμε” κάτι το ακατανόητο, αλλά ταυτοχρόνως θαυμαστό;
Η ΕΠΙΓΝΩΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΖΩΗ Η ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ, ΤΩΝ ΣΚΕΨΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Μέσα στο πεδίο της επίγνωσης εισέρχονται διάφορες εντυπώσεις.
Πρέπει να γίνονται “δεκτές” με ενδιαφέρον και καλή πρόθεση. Παρακολουθούμε με ιδιαίτερη προσήλωση και ενδιαφέρον ό,τι συμβαίνει στο περιβάλλον και μέσα μας. Τα εξωτερικά γεγονότα και τις αντιδράσεις μας σε αυτά.
Τη γλώσσα του σώματός μας, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Δεν κρίνουμε, δεν αναλύουμε, δεν φοβόμαστε. Παρακολουθούμε με αγάπη και ενδιαφέρον. Παρακολουθούμε σιωπηλά, χωρίς σκέψεις. Δεν προσπαθούμε να μη σκεφτόμαστε, αλλά εντοπίζουμε την ιδιαίτερη “αίσθηση” που αποπνέουν όλες οι εντυπώσεις, μένουμε εκεί και έτσι ο νους ησυχάζει ενώ ταυτόχρονα αυξάνει η διαύγειά του.
Είμαστε στο ΤΩΡΑ. Μέσα σε όλα όσα παρατηρούμε υπάρχουν φυσικά και η αίσθηση του ότι υπάρχουμε καθώς και η φωνή της συνείδησής μας. Αυτές θα αξιολογήσουν την ποιότητα των σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφοράς μας, όχι ο νους μας, οι ιδεοληψίες μας, ή η κοινωνική μας διαμόρφωση.
Η “αξιολόγηση” αυτή είναι μια αίσθηση “έλξης” ή αντίστοιχα “άπωσης” και δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθήσουμε να τη δημιουργήσουμε. Δεν έχει σχέση με τους ηθικούς κώδικες της κοινωνίας και των θρησκειών. Είναι πρωτότυπη και αυθεντική. Δεν είναι κάποιου είδους “άσκηση” και έχει ενσωματωμένη την ενέργεια της δράσης. Έτσι μετά από την ανταπόκριση του “έσω” ακολουθεί αβίαστα η πράξη. Αυτή δεν προέρχεται από το νου και τα περιεχόμενά του, ούτε από τη “δύναμη της θέλησης”, αλλά από ένα εσώτερο ενδιαφέρον για την ενέργεια της αντίληψης. Ποια ιδεολογία ή ανάλυση χρειάζεται για να απομακρύνουμε το χέρι μας από τη φωτιά; Αρκεί η επίγνωση. Η επίγνωση δεν είναι κάτι το παθητικό.
Αν δεν οδηγεί σε δράση, σε αλλαγή στάσης ζωής, τότε κάτι δεν πάει καλά με αυτό που θεωρούμε ως “συνειδητότητα”. Της λείπουν ορισμένα “συστατικά μέρη”.
Προκειμένου να έχουμε επίγνωση των γεγονότων και της δικής μας ανταπόκρισης σε αυτά, δεν πρέπει να την αντιμετωπίσουμε ως ένα είδος “άσκησης διαλογισμού” ή “αυτοβελτίωσης”. Η επίγνωση εμφανίζεται μόνο αν υπάρχει η αντίστοιχη ωριμότητα, το ενδιαφέρον, η έλξη για την αύξηση της συνειδητότητας.
Πότε θα συμβεί γιατί την Αγαπήσαμε και όχι χρησιμοποιώντας τη δύναμη της θέλησης. Τα αποτελέσματα της επίγνωσης δεν είναι μόνο εσωτερικά. Είναι και η συγκροτημένη εξωτερική συμπεριφορά. Η κοινωνική μας ζωή αρχίζει να ακολουθεί τις προτροπές της φωνής της Καρδιάς. Ευθυγραμμίζεται με αυτήν. Και αυτή την ευθυγράμμιση πρέπει να την Αγαπήσουμε και να τη Θελήσουμε.
Να της επιτρέψουμε να ανθίσει, να της δώσουμε χώρο. Δεν υλοποιείται εκβιάζοντας καταστάσεις με τη “λογική”, ούτε υποτασσόμενοι σε κανόνες συμπεριφοράς, ούτε “ανήκοντας” κάπου, ούτε “πιστεύοντας” σε κάτι.